Αριθμοί και γεγονότα
Ο υπογράφων δέχεται ότι τα τριανταπέντε τελευταία χρόνια αρκετοί πολιτικοί πλούτισαν και κάποιοι υπερπλούτισαν ασκώντας το επάγγελμα του «εκπροσώπου του λαού».
Δέχεται επίσης ότι στο πολιτικό μας σύστημα υπάρχει αυξημένη διαφθορά. Όλα αυτά, σε μία δημοκρατία είναι ανιχνεύσιμα και κολάσιμα. Γι’ αυτό, «επαχθή χρέη» υπάρχουν και αναγνωρίζονται μόνον στις δικτατορίες τριτοκοσμικού και κομμουνιστικού τύπου. Αντιθέτως, στη δημοκρατία, η διαφάνεια – η οποία είναι και ένας από τους όρους λειτουργίας της – αποτελεί αντίδοτο στη διαφθορά και ενίοτε την αποτρέπει. Ωστόσο, ειδικά στην χώρα μας, υπάρχει μία άλλη, και....
πραγματική, διάσταση «επαχθούς χρέους» την οποίαν ουδείς τολμά να αναφέρει και, ακόμη περισσότερο, να αναδείξει. Γι’ αυτό, στο παρόν κείμενο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μία μερική διάσταση αυτού του «επαχθούς χρέους» προβάλλοντας στοιχεία που με πολύ κόπο αναζητήσαμε και καταγράψαμε.
Επισημαίνουμε, έτσι, ότι από το 1979 έως και το 2010 έγιναν στην Ελλάδα 5.280 γενικές και κλαδικές απεργίες, σε ποσοστό 96% του δημοσίου τομέα, με αποτέλεσμα να χαθούν 1.385 ημέρες εργασίας. Σε σημερινά ευρώ, το κόστος αυτών των εργάσιμων ημερών, που είναι 45 τον χρόνο, αντιστοιχεί σε 135 δισ. ευρώ, ήτοι στο 39% του συνολικού δημοσίου χρέους της χώρας ή στο 55% των χρεών των ασφαλιστικών ταμείων. Σημειώνουμε ότι οι απεργούντες ναι μεν δεν προσήλθαν στην εργασία τους, πλην όμως εισέπραξαν το σχετικό ημερήσιο κόστος της τελευταίας – και το συνολικό αυτό ποσόν είναι αδύνατον να υπολογισθεί. Σίγουρα, όμως, σωρευτικά αντιπροσωπεύει κάποια δισεκατομμύρια ευρώ.
Οι περισσότερες από τις προαναφερθείσες απεργίες – ο αριθμός των οποίων είναι τριπλάσιος του αντιστοίχου κοινοτικού μέσου όρου πριν τη μεγάλη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΕΕ) – είχαν εκβιαστικό χαρακτήρα και κατέληξαν στην απόσπαση απίθανων προνομίων. Τα τελευταία –όπως, για παράδειγμα, τα δωρεάν ταξίδια με την Ολυμπιακή Αεροπορία όλων των μελών των οικογενειών των εργαζομένων (;) στην εταιρεία, στην πρώτη θέση– επιβάρυναν, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το κόστος παραγωγής της ελληνικής οικονομίας κατά 4% του ΑΕΠ περίπου. Έτσι, σωρευτικά τα τριάντα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία επιβαρύνθηκε με άλλα 140 δισ. ευρώ, χάνοντας ταυτοχρόνως και σημαντικό μέρος από την ανταγωνιστικότητά της. Στην απώλεια αυτή θα πρέπει να προστεθεί και η κατά 2% σωρευτική επιβάρυνση του ΑΕΠ από τα κλειστά επαγγέλματα, η οποία επίσης υπολογίζεται σε άλλα 120 δισ. ευρώ.
Επίσης, από το 1993, μετά την πτώση της κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, έως και το 2009, προσελήφθησαν στην ευρύτερο δημόσιο τομέα περί τα 600.000 άτομα, με αποτέλεσμα το κόστος του δημόσιου τομέα να επιβαρυνθεί με το απίστευτο ποσόν των 500 δισ. ευρώ – κόστος το οποίο ξεπέρασε κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες το αντίστοιχο μέσο της ΕΕ των 15 χωρών-μελών. Το ποσοστό αυτό σήμερα αντιπροσωπεύει 11 δισ. ευρώ ετησίως και είναι η βασική αιτία της δημιουργίας δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ακόμα χειρότερα, επιβαρύνει και την εξυπηρέτηση του δημόσιου δανεισμού σε επίπεδα που είναι δύσκολο να υπολογισθούν.
Στις παραπάνω απίστευτες επιβαρύνσεις θα πρέπει να προσθέσουμε και την χορήγηση στην Ελλάδα 180.000 συντάξεων με μηδενική ανταπόδοση, οι οποίες σε μία εικοσαετία επιβάρυναν το υπερχρεωμένο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας με 24 δισ. ευρώ, στα οποία θα πρέπει να προστεθούν και κάποια δισεκατομμύρια εφάπαξ.
Την περίοδο 1990-2009 καταγράψαμε επίσης για την Αθήνα 180 δήθεν φοιτητικές διαδηλώσεις, οι οποίες κατέληξαν σε καταστροφές δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας και σε λεηλασίες πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ανυπολογίστου αξίας. Την εικοσαετία αυτή, οι καταστροφές που προκλήθηκαν μόνον στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο υπολογίζονται στα 30 εκατ. ευρώ σωρευτικά, συμπεριλαμβανομένων και των κλοπών επιστημονικού υλικού. Από κοινωνικής δε πλευράς, οι βάρβαρες αυτές εκδηλώσεις οδήγησαν σε απώλειες δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας στο κέντρο της Αθήνας και στο κλείσιμο περίπου 10.000 εμπορικών και άλλων επιχειρήσεων.
Ατασθαλίες που, συνολικά, ξεπερνούσαν τα 20 δισ. δραχμές την εποχή εκείνη. Το ποσόν αυτό, βέβαια, ανεβαίνει σε αστρονομικά ύψη αν διαβάσει κανείς τις εκθέσεις του Λ. Ρακιντζή, Επιθεωρητού Δημοσίας Διοικήσεως, ο οποίος, στην γνωστή έκθεσή του, περιγράφει τα σημεία και τέρατα που συμβαίνουν στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, στις πολεοδομίες, στα Ελληνικά Ταχυδρομεία και γενικά σε δημόσιους οργανισμούς. Σύμφωνα με υπολογισμούς του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ), το κόστος της διαφθοράς στην ελληνική δημόσια διοίκηση αντιπροσωπεύει περί το 2% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας, ήτοι, με τα σημερινά δεδομένα, ένα ποσόν της τάξεως των 5 δισ. ευρώ. Έτσι, σε επίπεδο τριακονταετίας, φθάνουμε αισίως τα 120 δισ. ευρώ.
Είναι, λοιπόν, ηλίου φαεινότερον ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι όντως «επαχθές», όχι όμως για τους λόγους που επικαλούνται κάποιοι νομικοί, που, υποκρίνονται ότι τώρα ανακαλύπτουν τον τροχό της διαφθοράς και της γραφειοκρατικής ασυδοσίας. Αυτοί που αναζητούν ενόχους και αποδιοπομπαίους τράγους για το αποκαλούμενο ελληνικό «επαχθές χρέος» και απειλούν με μηνύσεις και άλλα παρόμοια, καλά θα έκαναν να μάθουν …γραφή και ανάγνωση. Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι το γνήσιο προϊόν της καταληστεύσεως του δημοσίου πλούτου από συντεχνίες, συνεταιρισμούς, συνδικαλιστικά σωματεία, δημόσιες επιχειρήσεις και κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες.
Όλος αυτός ο εσμός της ελληνικής, σοβιετικού τύπου, κλεπτοκρατίας δίνει σήμερα τον υπέρ πάντων αγώνα για να καταρρεύσει η χώρα. Είναι η μόνη ελπίδα τους. Διότι, μία ελληνική κατάρρευση θα αφήσει άθικτους όλους τους μηχανισμούς της διαφθοράς και θα ενισχύσει τις εξουσίες των συντεχνιών. Για παράδειγμα, επιχειρηματίες που τροφοδοτούν τις διάφορες φιλολογίες περί επιστροφής στην δραχμή, είναι ξεκάθαρο τι επιδιώκουν. Έχοντας τεράστια χρέη στο εσωτερικό και γερές καταθέσεις στο εξωτερικό, σε περίπτωση που η Ελλάδα επιστρέψει στη δραχμή νομίζουν ότι θα εξοφλήσουν τα χρέη τους σε υποτιμημένες δραχμές, εισάγοντας υπερτιμημένα ευρώ. Θα συμβεί, δηλαδή, ό,τι συνέβη στην πάλαι ποτε Σοβιετική Ένωση, στην οποίαν οι ολιγάρχες της νομενκλατούρας αγόρασαν σχεδόν τα πάντα με υπερτιμημένα έναντι του ρουβλίου δολάρια που είχαν φυγαδεύσει στο εξωτερικό την περίοδο του κομμουνιστικού καθεστώτος. Με το χρήμα αυτό οι ολιγάρχες, όχι μόνον απέκτησαν αμύθητες περιουσίες, αλλά εγκατέστησαν και τις δικές τους πολιτικές εξουσίες. Έτσι, η σημερινή Ρωσία ελέγχεται από τους ολιγάρχες του χρήματος και αυτούς που αποτελούν το πολιτικό τους σκέλος.
Αυτό το μοντέλο «οραματίζονται» κάποιοι και για την Ελλάδα, γι’ αυτό και επιδιώκουν με κάθε μέσον να την αποκόψουν από την Ευρώπη. Δηλαδή, πέρα από τη μεγάλη ληστεία, οι κύκλοι αυτοί επιχειρούν σήμερα και μία πολιτικο-θεσμική ανατροπή. Το θέμα είναι τεράστιο και οι διάφορες πτυχές του θα αναδεικνύονται όλο και πιο αδρά όσο κυλά ο χρόνος. Και ο χρόνος κυλά εφιαλτικά γρήγορα.
Σημειώσεις
[1] Στάμος Ζούλας, Όσα δεν έγραψα…, Καστανιώτη, Αθήνα 2003, σ. 96.
[2] Το καλοκαίρι του 1985 η χώρα έφθασε στο χείλος της κατάρρευσης, όπως περιέγραψε ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Δ. Χαλικιάς. Βλ. τη μαρτυρία του σε συνέντευξη στον Π. Βασιλόπουλο (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 8.1.1988), η οποία παρατίθεται στο σχετικό άρθρο μου «Από το 1985 προβλεπόταν η πτώχευση», που είναι διαθέσιμο στο http://tiny.cc/j3jax
[3] Δημήτρης Λ. Στεργίου, Το πολιτικό δράμα της Ελλάδος 1981-2005, Παπαζήση, Αθήνα 2005.
[4] Νικόλαος Θέμελης, Τον δρόμον τετέλεκα, Ι. Σιδέρης, Αθήνα 1998.
Οι αναζητούντες εξιλαστήρια θύματα για την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας, ως φαίνεται, είτε έχουν βαθύ ύπνο είτε δεν γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση είτε, τέλος, αλλού το πάνε…
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Η ελληνική πορεία προς την πτώχευση όχι μόνον ήταν γνωστή και επαρκώς αιτιολογημένη με αλλεπάλληλα υπομνήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και διεθνών οργανισμών προς τις ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά είχ επισημανθεί στον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου το 1985 από τα πιο επίσημα και έγκυρα χείλη: αυτά του τότε διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Δημήτρη Χαλικιά.
Και για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, αναφέρουμε τα όσα είπε ο τότε διοικητής της ΤτΕ στον συνάδελφο Περικλή Βασιλόπουλο σε μία συζήτηση-εξομολόγηση η οποία δημοσιεύθηκε στον Οικονομικό Ταχυδρόμο στο τεύχος της 8ης Ιανουαρίου 1988 Χωρίς περιστροφές, ο κ.Δ.Χαλικιάς περιγράφει πώς το καλοκαίρι του 1985 η χώρα έφθασε στο χείλος της κατάρρευσης, γεγονός που υποχρέσε την κυβέρνηση Αν.Παπανδρέου να ζητήσει σταθεροποιητικό δάνειο από την ΕΟΚ, τους όρους του οποίου ουδέποτε ετήρησε. Μάλιστα, για να πάρει το δάνειο αυτό, ο τότε πρωθυπουργός ανέθεσε τα ηνία της οικονομίας στον κ. Κ.Σημίτη, ο οποίος έχαιρε της εμπιστοσύνης των εταίρων μας, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του κ.Γεράσιμο Αρσένη.
Την περίοδο αυτή, ο Δ.Χαλικιάς χαρακτήρισε ως την πιο δραματική στιγμή της πολυετούς θητείας του στην Τράπεζα της Ελλάδος, επισημαίνοντας τα εξής:
«Το καλοκαίρι του 1985, λίγο πριν τις εκλογές του Ιουνίου, ζήτησα να δω τον τότε πρωθυπουργό κ.Ανδρέα Γ.Παπανδρέου. Το έκανα σπανίως, αλλά η επικοινωνία μαζί του ήταν πάντοτε ουσιαστική. Με δύο λέξεις καταλάβαινε τα πάντα. Τού είπα: Κύριε πρόεδρε, αν συνεχίσουμε την ίδια πορεία θα χρεοκοπήσουμε. Θα έχουμε στάση πληρωμών. Το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών πλησιάζει το 10% του ΑΕΠ και η Τράπεζα συντόμως δεν θα έχει ταμείο να πληρώσει. Χρειάζεται να σχεδιάσετε ένα πρόγραμμα σταθεροποιησης της οικονομίας.
»Μετά τις εκλογές, ο πρωθυπουργός μού ζήτησε να τού υποβάλω μία έκθεση με τις απόψεις μου, πράγμα που έκανα. Όταν την διάβασε μού τηλεφώνησε και μού ζήτησε να εγχειρίσω μία φωτοτυπία στον κ.Σημίτη, που είχε ήδη αναλάβει υπουργός Εθνικής Οικονομίας. Ανάμεσα στον Οκτώβριο του 1985 και τον Φεβρουάριο του 1986 πέρασα μερικούς από τους πιο δύσκολους μήνες της θητείας μου. Τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της Τράπεζας της Ελλάδος είχαν πέσει κάτω από το ελάχιστο όριο ασφαλείας. Αν και γενικά την δεκαετία του 1980 το επίπεδο των διαθεσίμων ήταν γύρω στο 1 δισεκατομμύριο δολλάρια, είχαμε φθάσει μόλις στα 350 εκατομμύρια δολλάρία. Εάν δεν παίρναμε τον Φεβρουάριο του 1986 την πρώτη δόση του δανείου από την ΕΟΚ και εάν δεν είχαμε το σταθεροποιητικό πρόγραμμα Σημίτη, θα βαδίζαμε ευθέως στην κατάρρευση και την χρεοκοπία. Δεν είχαμε λεφτά να πληρώσουμε τις εισαγωγές μας. Δεν θα επρόκειτο για συναλλαγματική κρίση της δραχμής, όπως αυτές που γνωρίσαμε τον Μάϊο του 1994 ή τον Νοέμβριο του 1997, αλλά για κάτι πολύ χειρότερο. Αδυναμία κάλυψης των εξωτερικών πληρωμών της χώρας…».
Για την ιστορία σημειώνουμε ότι παρόμοιες επισημάνσεις έγιναν προς τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ.Ζακ Ντελόρ το 1994 με την γνωστή επιστολή του, από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων υπό τον καθηγητή Άγγελο Αγγελόπουλο το 1990 ύστερα από ενθάρρυνση του τότε πρωθυπουργού της Οικουμενικής Ξεν. Ζολώτα. Επίσης, από το 1995 έως το 2003 ακολούθησαν 16 κοινοτικές και διεθνείς εκθέσεις στις οποίες απερίφραστα τονιζόταν ότι η πορεία του ελληνικού δημοσίου χρέους παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Τις τελευταίες προσπάθησαν να περιορίσουν οι κυβερνήσεις Κων. Μητσοτάκη την περίοδο 1990-1993 και Κ.Σημίτη το 1998-1999, με αποτέλεσμα να γίνουν στην Ελλάδα από τις συνδικαλιστικές μαφίες του Δημοσίου περί τις 2.500 απεργίες, συνολικού κόστους σε χαμένες ημέρες εργασίας περί τα 70 δισεκατ. ευρώ.
Κατά τα λοιπά, αναζητούνται ληστές στην χώρα!...
Ο υπογράφων δέχεται ότι τα τριανταπέντε τελευταία χρόνια αρκετοί πολιτικοί πλούτισαν και κάποιοι υπερπλούτισαν ασκώντας το επάγγελμα του «εκπροσώπου του λαού».
Δέχεται επίσης ότι στο πολιτικό μας σύστημα υπάρχει αυξημένη διαφθορά. Όλα αυτά, σε μία δημοκρατία είναι ανιχνεύσιμα και κολάσιμα. Γι’ αυτό, «επαχθή χρέη» υπάρχουν και αναγνωρίζονται μόνον στις δικτατορίες τριτοκοσμικού και κομμουνιστικού τύπου. Αντιθέτως, στη δημοκρατία, η διαφάνεια – η οποία είναι και ένας από τους όρους λειτουργίας της – αποτελεί αντίδοτο στη διαφθορά και ενίοτε την αποτρέπει. Ωστόσο, ειδικά στην χώρα μας, υπάρχει μία άλλη, και....
πραγματική, διάσταση «επαχθούς χρέους» την οποίαν ουδείς τολμά να αναφέρει και, ακόμη περισσότερο, να αναδείξει. Γι’ αυτό, στο παρόν κείμενο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μία μερική διάσταση αυτού του «επαχθούς χρέους» προβάλλοντας στοιχεία που με πολύ κόπο αναζητήσαμε και καταγράψαμε.
Επισημαίνουμε, έτσι, ότι από το 1979 έως και το 2010 έγιναν στην Ελλάδα 5.280 γενικές και κλαδικές απεργίες, σε ποσοστό 96% του δημοσίου τομέα, με αποτέλεσμα να χαθούν 1.385 ημέρες εργασίας. Σε σημερινά ευρώ, το κόστος αυτών των εργάσιμων ημερών, που είναι 45 τον χρόνο, αντιστοιχεί σε 135 δισ. ευρώ, ήτοι στο 39% του συνολικού δημοσίου χρέους της χώρας ή στο 55% των χρεών των ασφαλιστικών ταμείων. Σημειώνουμε ότι οι απεργούντες ναι μεν δεν προσήλθαν στην εργασία τους, πλην όμως εισέπραξαν το σχετικό ημερήσιο κόστος της τελευταίας – και το συνολικό αυτό ποσόν είναι αδύνατον να υπολογισθεί. Σίγουρα, όμως, σωρευτικά αντιπροσωπεύει κάποια δισεκατομμύρια ευρώ.
Οι περισσότερες από τις προαναφερθείσες απεργίες – ο αριθμός των οποίων είναι τριπλάσιος του αντιστοίχου κοινοτικού μέσου όρου πριν τη μεγάλη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΕΕ) – είχαν εκβιαστικό χαρακτήρα και κατέληξαν στην απόσπαση απίθανων προνομίων. Τα τελευταία –όπως, για παράδειγμα, τα δωρεάν ταξίδια με την Ολυμπιακή Αεροπορία όλων των μελών των οικογενειών των εργαζομένων (;) στην εταιρεία, στην πρώτη θέση– επιβάρυναν, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το κόστος παραγωγής της ελληνικής οικονομίας κατά 4% του ΑΕΠ περίπου. Έτσι, σωρευτικά τα τριάντα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία επιβαρύνθηκε με άλλα 140 δισ. ευρώ, χάνοντας ταυτοχρόνως και σημαντικό μέρος από την ανταγωνιστικότητά της. Στην απώλεια αυτή θα πρέπει να προστεθεί και η κατά 2% σωρευτική επιβάρυνση του ΑΕΠ από τα κλειστά επαγγέλματα, η οποία επίσης υπολογίζεται σε άλλα 120 δισ. ευρώ.
Επίσης, από το 1993, μετά την πτώση της κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, έως και το 2009, προσελήφθησαν στην ευρύτερο δημόσιο τομέα περί τα 600.000 άτομα, με αποτέλεσμα το κόστος του δημόσιου τομέα να επιβαρυνθεί με το απίστευτο ποσόν των 500 δισ. ευρώ – κόστος το οποίο ξεπέρασε κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες το αντίστοιχο μέσο της ΕΕ των 15 χωρών-μελών. Το ποσοστό αυτό σήμερα αντιπροσωπεύει 11 δισ. ευρώ ετησίως και είναι η βασική αιτία της δημιουργίας δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ακόμα χειρότερα, επιβαρύνει και την εξυπηρέτηση του δημόσιου δανεισμού σε επίπεδα που είναι δύσκολο να υπολογισθούν.
Στις παραπάνω απίστευτες επιβαρύνσεις θα πρέπει να προσθέσουμε και την χορήγηση στην Ελλάδα 180.000 συντάξεων με μηδενική ανταπόδοση, οι οποίες σε μία εικοσαετία επιβάρυναν το υπερχρεωμένο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας με 24 δισ. ευρώ, στα οποία θα πρέπει να προστεθούν και κάποια δισεκατομμύρια εφάπαξ.
Την περίοδο 1990-2009 καταγράψαμε επίσης για την Αθήνα 180 δήθεν φοιτητικές διαδηλώσεις, οι οποίες κατέληξαν σε καταστροφές δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας και σε λεηλασίες πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ανυπολογίστου αξίας. Την εικοσαετία αυτή, οι καταστροφές που προκλήθηκαν μόνον στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο υπολογίζονται στα 30 εκατ. ευρώ σωρευτικά, συμπεριλαμβανομένων και των κλοπών επιστημονικού υλικού. Από κοινωνικής δε πλευράς, οι βάρβαρες αυτές εκδηλώσεις οδήγησαν σε απώλειες δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας στο κέντρο της Αθήνας και στο κλείσιμο περίπου 10.000 εμπορικών και άλλων επιχειρήσεων.
Ατασθαλίες που, συνολικά, ξεπερνούσαν τα 20 δισ. δραχμές την εποχή εκείνη. Το ποσόν αυτό, βέβαια, ανεβαίνει σε αστρονομικά ύψη αν διαβάσει κανείς τις εκθέσεις του Λ. Ρακιντζή, Επιθεωρητού Δημοσίας Διοικήσεως, ο οποίος, στην γνωστή έκθεσή του, περιγράφει τα σημεία και τέρατα που συμβαίνουν στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, στις πολεοδομίες, στα Ελληνικά Ταχυδρομεία και γενικά σε δημόσιους οργανισμούς. Σύμφωνα με υπολογισμούς του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ), το κόστος της διαφθοράς στην ελληνική δημόσια διοίκηση αντιπροσωπεύει περί το 2% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας, ήτοι, με τα σημερινά δεδομένα, ένα ποσόν της τάξεως των 5 δισ. ευρώ. Έτσι, σε επίπεδο τριακονταετίας, φθάνουμε αισίως τα 120 δισ. ευρώ.
Είναι, λοιπόν, ηλίου φαεινότερον ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι όντως «επαχθές», όχι όμως για τους λόγους που επικαλούνται κάποιοι νομικοί, που, υποκρίνονται ότι τώρα ανακαλύπτουν τον τροχό της διαφθοράς και της γραφειοκρατικής ασυδοσίας. Αυτοί που αναζητούν ενόχους και αποδιοπομπαίους τράγους για το αποκαλούμενο ελληνικό «επαχθές χρέος» και απειλούν με μηνύσεις και άλλα παρόμοια, καλά θα έκαναν να μάθουν …γραφή και ανάγνωση. Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι το γνήσιο προϊόν της καταληστεύσεως του δημοσίου πλούτου από συντεχνίες, συνεταιρισμούς, συνδικαλιστικά σωματεία, δημόσιες επιχειρήσεις και κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες.
Όλος αυτός ο εσμός της ελληνικής, σοβιετικού τύπου, κλεπτοκρατίας δίνει σήμερα τον υπέρ πάντων αγώνα για να καταρρεύσει η χώρα. Είναι η μόνη ελπίδα τους. Διότι, μία ελληνική κατάρρευση θα αφήσει άθικτους όλους τους μηχανισμούς της διαφθοράς και θα ενισχύσει τις εξουσίες των συντεχνιών. Για παράδειγμα, επιχειρηματίες που τροφοδοτούν τις διάφορες φιλολογίες περί επιστροφής στην δραχμή, είναι ξεκάθαρο τι επιδιώκουν. Έχοντας τεράστια χρέη στο εσωτερικό και γερές καταθέσεις στο εξωτερικό, σε περίπτωση που η Ελλάδα επιστρέψει στη δραχμή νομίζουν ότι θα εξοφλήσουν τα χρέη τους σε υποτιμημένες δραχμές, εισάγοντας υπερτιμημένα ευρώ. Θα συμβεί, δηλαδή, ό,τι συνέβη στην πάλαι ποτε Σοβιετική Ένωση, στην οποίαν οι ολιγάρχες της νομενκλατούρας αγόρασαν σχεδόν τα πάντα με υπερτιμημένα έναντι του ρουβλίου δολάρια που είχαν φυγαδεύσει στο εξωτερικό την περίοδο του κομμουνιστικού καθεστώτος. Με το χρήμα αυτό οι ολιγάρχες, όχι μόνον απέκτησαν αμύθητες περιουσίες, αλλά εγκατέστησαν και τις δικές τους πολιτικές εξουσίες. Έτσι, η σημερινή Ρωσία ελέγχεται από τους ολιγάρχες του χρήματος και αυτούς που αποτελούν το πολιτικό τους σκέλος.
Αυτό το μοντέλο «οραματίζονται» κάποιοι και για την Ελλάδα, γι’ αυτό και επιδιώκουν με κάθε μέσον να την αποκόψουν από την Ευρώπη. Δηλαδή, πέρα από τη μεγάλη ληστεία, οι κύκλοι αυτοί επιχειρούν σήμερα και μία πολιτικο-θεσμική ανατροπή. Το θέμα είναι τεράστιο και οι διάφορες πτυχές του θα αναδεικνύονται όλο και πιο αδρά όσο κυλά ο χρόνος. Και ο χρόνος κυλά εφιαλτικά γρήγορα.
Σημειώσεις
[1] Στάμος Ζούλας, Όσα δεν έγραψα…, Καστανιώτη, Αθήνα 2003, σ. 96.
[2] Το καλοκαίρι του 1985 η χώρα έφθασε στο χείλος της κατάρρευσης, όπως περιέγραψε ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Δ. Χαλικιάς. Βλ. τη μαρτυρία του σε συνέντευξη στον Π. Βασιλόπουλο (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 8.1.1988), η οποία παρατίθεται στο σχετικό άρθρο μου «Από το 1985 προβλεπόταν η πτώχευση», που είναι διαθέσιμο στο http://tiny.cc/j3jax
[3] Δημήτρης Λ. Στεργίου, Το πολιτικό δράμα της Ελλάδος 1981-2005, Παπαζήση, Αθήνα 2005.
[4] Νικόλαος Θέμελης, Τον δρόμον τετέλεκα, Ι. Σιδέρης, Αθήνα 1998.
ΑΠΟ ΤΟ 1985 ΠΡΟΒΛΕΠΟΤΑΝ Η ΠΤΩΧΕΥΣΗ
Οι αναζητούντες εξιλαστήρια θύματα για την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας, ως φαίνεται, είτε έχουν βαθύ ύπνο είτε δεν γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση είτε, τέλος, αλλού το πάνε…
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Η ελληνική πορεία προς την πτώχευση όχι μόνον ήταν γνωστή και επαρκώς αιτιολογημένη με αλλεπάλληλα υπομνήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και διεθνών οργανισμών προς τις ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά είχ επισημανθεί στον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου το 1985 από τα πιο επίσημα και έγκυρα χείλη: αυτά του τότε διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Δημήτρη Χαλικιά.
Και για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, αναφέρουμε τα όσα είπε ο τότε διοικητής της ΤτΕ στον συνάδελφο Περικλή Βασιλόπουλο σε μία συζήτηση-εξομολόγηση η οποία δημοσιεύθηκε στον Οικονομικό Ταχυδρόμο στο τεύχος της 8ης Ιανουαρίου 1988 Χωρίς περιστροφές, ο κ.Δ.Χαλικιάς περιγράφει πώς το καλοκαίρι του 1985 η χώρα έφθασε στο χείλος της κατάρρευσης, γεγονός που υποχρέσε την κυβέρνηση Αν.Παπανδρέου να ζητήσει σταθεροποιητικό δάνειο από την ΕΟΚ, τους όρους του οποίου ουδέποτε ετήρησε. Μάλιστα, για να πάρει το δάνειο αυτό, ο τότε πρωθυπουργός ανέθεσε τα ηνία της οικονομίας στον κ. Κ.Σημίτη, ο οποίος έχαιρε της εμπιστοσύνης των εταίρων μας, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του κ.Γεράσιμο Αρσένη.
Την περίοδο αυτή, ο Δ.Χαλικιάς χαρακτήρισε ως την πιο δραματική στιγμή της πολυετούς θητείας του στην Τράπεζα της Ελλάδος, επισημαίνοντας τα εξής:
«Το καλοκαίρι του 1985, λίγο πριν τις εκλογές του Ιουνίου, ζήτησα να δω τον τότε πρωθυπουργό κ.Ανδρέα Γ.Παπανδρέου. Το έκανα σπανίως, αλλά η επικοινωνία μαζί του ήταν πάντοτε ουσιαστική. Με δύο λέξεις καταλάβαινε τα πάντα. Τού είπα: Κύριε πρόεδρε, αν συνεχίσουμε την ίδια πορεία θα χρεοκοπήσουμε. Θα έχουμε στάση πληρωμών. Το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών πλησιάζει το 10% του ΑΕΠ και η Τράπεζα συντόμως δεν θα έχει ταμείο να πληρώσει. Χρειάζεται να σχεδιάσετε ένα πρόγραμμα σταθεροποιησης της οικονομίας.
»Μετά τις εκλογές, ο πρωθυπουργός μού ζήτησε να τού υποβάλω μία έκθεση με τις απόψεις μου, πράγμα που έκανα. Όταν την διάβασε μού τηλεφώνησε και μού ζήτησε να εγχειρίσω μία φωτοτυπία στον κ.Σημίτη, που είχε ήδη αναλάβει υπουργός Εθνικής Οικονομίας. Ανάμεσα στον Οκτώβριο του 1985 και τον Φεβρουάριο του 1986 πέρασα μερικούς από τους πιο δύσκολους μήνες της θητείας μου. Τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της Τράπεζας της Ελλάδος είχαν πέσει κάτω από το ελάχιστο όριο ασφαλείας. Αν και γενικά την δεκαετία του 1980 το επίπεδο των διαθεσίμων ήταν γύρω στο 1 δισεκατομμύριο δολλάρια, είχαμε φθάσει μόλις στα 350 εκατομμύρια δολλάρία. Εάν δεν παίρναμε τον Φεβρουάριο του 1986 την πρώτη δόση του δανείου από την ΕΟΚ και εάν δεν είχαμε το σταθεροποιητικό πρόγραμμα Σημίτη, θα βαδίζαμε ευθέως στην κατάρρευση και την χρεοκοπία. Δεν είχαμε λεφτά να πληρώσουμε τις εισαγωγές μας. Δεν θα επρόκειτο για συναλλαγματική κρίση της δραχμής, όπως αυτές που γνωρίσαμε τον Μάϊο του 1994 ή τον Νοέμβριο του 1997, αλλά για κάτι πολύ χειρότερο. Αδυναμία κάλυψης των εξωτερικών πληρωμών της χώρας…».
Για την ιστορία σημειώνουμε ότι παρόμοιες επισημάνσεις έγιναν προς τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ.Ζακ Ντελόρ το 1994 με την γνωστή επιστολή του, από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων υπό τον καθηγητή Άγγελο Αγγελόπουλο το 1990 ύστερα από ενθάρρυνση του τότε πρωθυπουργού της Οικουμενικής Ξεν. Ζολώτα. Επίσης, από το 1995 έως το 2003 ακολούθησαν 16 κοινοτικές και διεθνείς εκθέσεις στις οποίες απερίφραστα τονιζόταν ότι η πορεία του ελληνικού δημοσίου χρέους παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Τις τελευταίες προσπάθησαν να περιορίσουν οι κυβερνήσεις Κων. Μητσοτάκη την περίοδο 1990-1993 και Κ.Σημίτη το 1998-1999, με αποτέλεσμα να γίνουν στην Ελλάδα από τις συνδικαλιστικές μαφίες του Δημοσίου περί τις 2.500 απεργίες, συνολικού κόστους σε χαμένες ημέρες εργασίας περί τα 70 δισεκατ. ευρώ.
Κατά τα λοιπά, αναζητούνται ληστές στην χώρα!...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου