Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010

Μοντέλα & Μοντελοπνίχτες


Ο μοντελοπνίχτης είναι ένα νέο είδος ανθρώπου που έκανε την εμφάνισή του αμέσως μετά τη δυναμική είσοδο των μοντέλων στο κέντρο της τριτοκοσμικής ζωής της Αθήνας. Τα μοντέλα υπήρχαν πάντα αλλά παλιότερα δεν τα λέγαμε μοντέλα – τα λέγαμε όμορφα, φτωχά, χαζά κορίτσια που ψάχνουν για έναν πλούσιο γαμπρό.

Η έκρηξη της υψηλής ραπτικής στη χώρα μας -που έκανε τις δημιουργίες των Ελλήνων σχεδιαστών απαραίτητες για τη γκαρνταρόμπα όλων των γυναικών του πλανήτη και την Αθήνα παγκόσμια πρωτεύουσα της μόδας- έφερε όλα αυτά τα κορίτσια στην πασαρέλα.

Αυτό ήταν πολύ βολικό γιατί όσοι άντρες έψαχναν για μια όμορφη κοπέλα δεν χρειαζόταν πια να τρέχουν δεξιά και αριστερά, σε καταγώγια και σε φτωχογειτονιές, αφού μπορούσαν πια να τις βρουν όλες συγκεντρωμένες σε κάποια επίδειξη μόδας.

Οι κοπέλες περπατάνε πάνω στην πασαρέλα και ο πελάτης –αφού πρώτα τις τσεκάρει από πίσω κι από μπρος- μπορεί να διαλέξει όποιο κορίτσι του αρέσει πιο πολύ.

Αμέσως μετά, ο σχεδιαστής-τσατσά κανονίζει τη γνωριμία του πελάτη με τα κορίτσια, και ό,τι ήθελε προκύψει.

Όταν κάποιος πελάτης ερωτεύεται ένα κορίτσι και θέλει να το παντρευτεί και να το φέρει στον ίσιο δρόμο, το κορίτσι παρατάει το βούρκο της πασαρέλας, αποχαιρετά τα άλλα μοντέλα –αφού πρώτα τους πει «και στα δικά σας, κορίτσια!»- και γίνεται κυρία.

Αυτό παραλίγο να συμβεί και στην ταινία «Κόκκινα Φανάρια», όταν ο Μάνος Κατράκης –που ήταν καπετάνιος σε παπόρο- ερωτεύτηκε την Αλεξάνδρα Λαδικού που δούλευε σε ένα μπουρδέλο της Τρούμπας.

Ο Κατράκης είχε τάξει γάμο στη Λαδικού αλλά μάλλον τα άλλα κορίτσια την μάτιασαν τη γυναίκα, αφού το βαπόρι βούλιαξε, ο Κατράκης πνίγηκε επειδή δεν ήξερε μπάνιο, και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η Λαδικού να επιστρέψει στο μπουρδέλο και να συνεχίσει να ικανοποιεί τα αρρωστημένα βίτσια των πελατών.

Τα μοντέλα ουσιαστικά αντικατέστησαν τις πουτάνες, σε μια χώρα όπου η λαϊκή σοφία επιμένει πως οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.


Οπωσδήποτε, τα πράγματα έχουν εκσυγχρονιστεί στον τομέα της βίζιτας στη χώρα μας, αφού όλοι θεωρούν πολύ σικ την παρουσία των μοντέλων στα κοσμικά σαλόνια –και μπορείς άνετα να τις παρουσιάσεις σε ένα φιλανθρωπικό γκαλά-, ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο, αν αποφασίσεις να εμφανιστείς με μια παραδοσιακή πουτάνα, γιατί όλοι θα ξινίσουν τα μούτρα τους.

Βέβαια, οι μοντελοπνίχτες δεν θέλουν να παντρευτούν τα μοντέλα αλλά να τα κουτουπώσουν. Ούτε να τα κουτουπώσουν θέλουν – βασικά, αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να κυκλοφορούν με όμορφες γυναίκες στο πλευρό τους και να τις επιδεικνύουν ως λάφυρα στους άλλους άντρες που τους θεωρούν –όλους- ανταγωνιστές τους.

Η μεγάλη σημασία που έχει η γνώμη των άλλων αντρών γι’ αυτούς αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο σε κάποιους μοντελοπνίχτες να αρέσουν οι άντρες – δεν γίνεται, όμως, να κυκλοφορείς μόνο με άντρες στα κοσμικά κλαμπ γιατί υπάρχει ο κίνδυνος οι άλλοι θαμώνες να σε περάσουν για αδερφή.

Συνήθως, οι μοντελοπνίχτες έχουν πατήσει τα σαράντα και είναι πετυχημένοι στον επαγγελματικό τους χώρο. Αυτό, όμως, δεν τους αρκεί και θεωρούν πως ένα όμορφο μοντέλο στο πλευρό τους θα τους βάλει στον κόσμο της σόου μπιζ, ώστε να γίνουν διάσημοι.

Βρίσκουν τα μοντέλα βολικά επειδή πιστεύουν πως είναι χαζά. Οι μοντελοπνίχτες, όπως οι περισσότεροι άντρες, φοβούνται τις έξυπνες γυναίκες – προφανώς, επειδή φοβούνται πως κάποια στιγμή μια έξυπνη γυναίκα θα τους ζητήσει να συζητήσουν για τη νανοτεχνολογία και τη θεωρία της σχετικότητας, και αυτό θα έχει ως συνέπεια να γίνουν ρεζίλι στην παρέα τους επειδή δεν θα ξέρουν τι να πουν.

Από την άλλη, οι γυναίκες, έξυπνες ή μη, δείχνουν ανώτερες σε αυτό το θέμα και δεν φοβούνται τους έξυπνους άντρες – αρκεί, βέβαια, να είναι πολύ πλούσιοι.

Οι περισσότεροι μοντελοπνίχτες είναι κοντοί και επειδή έχουν κόμπλεξ με το ύψος τους θέλουν να επιβεβαιώνονται διαρκώς.

Σε κάθε ευκαιρία κοκορεύονται για τα πλούσια προσόντα τους, ενώ ισχυρίζονται πως, όταν είναι γυμνοί, το πουλί τους ακουμπάει στο πάτωμα∙ αυτό είναι πολύ πιθανό αλλά δεν οφείλεται τόσο στο μέγεθος του πουλιού τους, όσο στο γεγονός πως –επειδή είναι κοντοί- η απόσταση που χωρίζει τον καβάλο τους από το πάτωμα είναι πάρα πολύ μικρή.

Το γεγονός πως τα περισσότερα μοντέλα είναι πανύψηλα τους προβληματίζει αρκετά – αν αποφασίσουν να παντρευτούν κάποιο μοντέλο, παρηγορούνται με την ιδέα πως στο μέλλον θα πάθει οστεοπόρωση και θα μαζέψει.

Ο μόνος λόγος για τον οποίο ένας μοντελοπνίχτης θα παντρευτεί ένα μοντέλο είναι για να το γκαστρώσει και να αποκτήσει όμορφους απογόνους ώστε να διαιωνιστεί το σπάνιο είδος του.

Τον προβληματίζει κάπως η σκέψη πως θα περάσει την υπόλοιπη ζωή του με μια χαζή γυναίκα αλλά το ξεπερνάει γρήγορα επειδή πιστεύει πως θα γίνει ο Πυγμαλίωνάς της και θα καταφέρει να μετατρέψει μια γυναίκα που δεν ξέρει να μετράει ούτε τα ρέστα σε θηλυκό Αϊνστάιν.

Ο μοντελοπνίχτης μένει συνήθως στα βόρεια προάστια και προσπαθεί να ξεχάσει πως γεννήθηκε στα Ταμπούρια. Ντρέπεται για τη μάνα του που είναι Σαρακατσάνα και βρίσκει χιλιάδες δικαιολογίες για να μην την παρουσιάσει ποτέ στις παρέες του.

Αν αποφασίσει να παντρευτεί το μοντέλο, κρύβει τη μάνα του στο γυναικωνίτη για μην την εντοπίσουν οι τηλεοπτικές κάμερες. Κάνει μανικιούρ, πεντικιούρ, ενυδάτωση προσώπου και υδρομασάζ, ενώ είναι οπαδός της ολικής αποτρίχωσης∙ η αποτρίχωση του στοιχίζει ο κούκος αηδόνι γιατί είναι αρκουδιάρης – την τρίχα την έχει πάρει από τη μάνα του.


Το χειμώνα συχνάζει στο Κολωνάκι και κάθε βράδυ χτυπάει κάρτα στο «Rock n’ Roll Café» που έχει την πιο σκληρή πόρτα της Αθήνας – πρέπει να την λαδώσουν επιτέλους κάποια στιγμή αυτή την πόρτα γιατί την σπρώχνεις και δεν ανοίγει με τίποτα.

Το καλοκαίρι συχνάζει στο «Guzel», στο «MAO» και στο «Ακρωτήρι», αφού βεβαιωθεί πρώτα πως είναι εκεί τα τηλεοπτικά συνεργεία για να τον απαθανατίσουν την ώρα που ουρλιάζει στο αυτί της μοντέλας∙ προσποιείται πως τον ενοχλούν οι κάμερες, ενώ παρακαλεί τον κάμεραμαν να πει στη Λαμπίρη να μην δείξει το βίντεο γιατί παίζει παράλληλα με άλλα δέκα μοντέλα και θα του κάνει χαλάστρα – ξέρει πως αυτός είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να προβληθεί οπωσδήποτε το βίντεο.

Μετά από τα κλαμπ, ακολουθεί τις τηλεοπτικές κάμερες και καταλήγει στο «Romeo» για να κάνει επίδειξη πετώντας πανέρια στους τραγουδιστές.

Όταν πηγαίνει στα μπουζούκια, προβληματίζεται γιατί συνειδητοποιεί πως εκτός από τα μοντέλα του αρέσουν και οι τραγουδίστριες – ο λόγος είναι απλός: σήμερα οι περισσότερες τραγουδίστριες είναι μοντέλα που υποδύονται τις τραγουδίστριες.

Αποφεύγει να κάνει σχέση με τραγουδιάρες γιατί η τραγουδιάρα –σε αντίθεση με το μοντέλο- πρέπει να είναι κάθε βράδυ στη δουλειά και δεν μπορείς να την σέρνεις δεξιά κι αριστερά, ώστε να μάθουν όλοι πως την φιστικώνεις.

Ο μοντελοπνίχτης έχει καμπάνα στον «Αστέρα Βουλιαγμένης» αλλά δεν κάνει μπάνιο εκεί επειδή κάθε καμπάνα έχει ιδιωτική παραλία, οπότε δεν υπάρχει κανείς γύρω για να δει πως τραβιέσαι με το μοντέλο και να εντυπωσιαστεί.

Τα Σαββατοκύριακα πηγαίνει στη Μύκονο με το σκάφος του και νοικιάζει ξαπλώστρα στην Ψαρού για όλο το καλοκαίρι. Κάνει τζετ σκι και παίζει ρακέτες∙ το όνειρό του είναι να βρει μια μοντέλα που να παίζει καλή ρακέτα ώστε να την έχει συνέχεια μπροστά του και να μη χρειάζεται να αγωνιά μήπως του την φαει κάνας άλλος μοντελοπνίχτης την ώρα που αυτός ιδροκοπάει με τα μπαλάκια.

Στο τέλος, οι μοντέλες γίνονται το Βατερλό του μοντελοπνίχτη. Του τρώνε την περιουσία και τον ρεζιλεύουν σε όλη την κοινωνία. Η μοντέλα πνίγει το μοντελοπνίχτη και γίνεται μοντελοπνιχτοπνίχτρα. Αυτό, όμως, θα μας απασχολήσει κάποια άλλη φορά.

Πηγή : pitsirikos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου